Δημοφιλείς αναρτήσεις

Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2013

Ο ΠΡΩΤΟΣ ΜΑΓΟΣ


Η πολιτεία, είχε αρχίσει να αχνοφαίνεται μακριά μες το σκοτάδι. Οι σύντροφοι του και αυτός, είδανε φώτα, να λαμπυρίζουν, πάνω στα μεγάλα τείχη της. Ανέβηκαν στις καμήλες τους και άρχισαν να προχωρούνε προς τα κει, με γρήγορο ρυθμό. Εκείνη την στιγμή, δεν ξέρανε το που πηγαίναν. Η καρδιά τους έδειχνε τον δρόμο. Ερχόταν απ την έρημο, πηγαίνανε στο θαύμα. Μπήκε μπροστά. Εκείνη την βραδιά έκανε κρύο κι ο ουρανός ήτανε ξάστερος. Ταξίδεψε στο παρελθόν· είδε τον εαυτό του στην Περσία, να μαθαίνει να διαβάζει τ άστρα· είδε τον εαυτό του στις Ινδίες, να μαθαίνει να διαβάζει το κενό. Κοίταξε τον ουρανό· αστερισμοί, πλανήτες, γαλαξίες. Προσπάθησε ενώνοντας πορείες, να σχηματίσει όνειρα, να φτιάξει την σοφία. Ο κρύος άνεμος, που φύσαγε από την έρημο, τον έκανε να ανατριχιάσει. Έσφιξε πάνω του τον κόκκινο μανδύα που φορούσε. Από την πόλη ακουγότανε φωνές και κλάματα. Έκανε νόημα στους συντρόφους του να σταματήσουν. «Όχι μέσα στην πολιτεία» είπε. Όλοι τους ένιωσαν αμηχανία. Ερχόταν μες απ την ιστορία και γύρευαν το θαύμα. Ποιο θαύμα; Κοίταξε τους συντρόφους του· προσπάθησε να μπει μέσα στις σκέψεις τους. Ο ένας σκεφτότανε την θάλασσα, τα λιμάνια, τις βάρκες, τα καράβια· σκεφτόταν τους ψαράδες, σκεφτόταν τους εμπόρους· αναζητούσε το θαύμα, μέσα στα πλούτη, μέσα στην ζωή των νομισμάτων, μέσα σε πράξεις ανταλλαγών περιουσίας. Γι αυτό και πάνω στην καμήλα του είχε φορτώσει τον χρυσό. Ο άλλος έψαχνε στα όνειρα το θαύμα. Έψαχνε τον τρόπο να τα κάνει να γεννούν αλήθεια. Γιατί τα όνειρα, βγαίνουνε μες απ τους μύθους τους αρχαίους, μες από σκέψεις και σοφία. Γι αυτό και την καμήλα του, την είχε φορτωμένη μα λιβάνι· για να μπορεί να εξαγνίζει το μυαλό· να σκέφτεται διαφορετικά και να πορεύεται αλλιώς. Ήλθε και κείνου η σειρά. Εκείνος μια ζωή ζητούσε την αγάπη· εκείνος μια ζωής μιλούσε με τα λόγια της καρδιάς. Γι αυτό και στην καμήλα του κουβαλούσε σμύρνα, για να καθαρίζει με εκείνη την καρδιά. Έκλεισε τα μάτια· μετά τα άνοιξε. Κοίταξε ξανά τον ουρανό· ένα αστέρι άρχισε να μεγαλώνει, να μεγαλώνει, να μεγαλώνει συνεχώς. Ένα αστέρι άρχισε να τους καλεί· άπλωσε το χέρι του, έδειξε το αστέρι. Το είδαν και οι σύντροφοι του. «Εκεί είναι το θαύμα! Πάμε!» φώναξε και αμέσως άρχισε η καμήλα του να τρέχει· ξεκίνησαν να τον ακολουθούν και οι άλλοι δυο, προσπαθώντας να πιάσουν το αστέρι. Προσπέρασαν την πολιτεία· πέρασαν χωματόδρομους, χείμαρρους, δύσβατα μονοπάτια. Πλησίασαν κοντά στο αστέρι. Εκείνο πήγε και στάθηκε πάνω από μια φάτνη. «Εδώ γίνεται το θαύμα’ φώναξε. Κατέβηκαν· έδεσαν τις καμήλες τους σε μια ελιά. Μπήκαν στην φάτνη· ανάμεσα στα ζώα, είδαν μια μελαχρινή γυναίκα, να θηλάζει ένα αγόρι, που μόλις είχε γεννηθεί και δίπλα της ένα μεσόκοπο άνδρα να την φροντίζει. « Αυτό είναι το θαύμα· και λέγεται γέννηση» είπε στους συντρόφους του. Βγήκανε έξω και οι τρεις τους. Πήραν ο ένας ο χρυσό, ο άλλος το λιβάνι και εκείνος την σμύρνα και πήγαν και τ απόθεσαν εμπρός σ εκείνη την γυναίκα, που είχε μες την αγκαλιά της, το νεογέννητο παιδί. Γύρισε στους συντρόφους τους: «Γεννήθηκε η αγάπη» τους είπα. «Γεννήθηκε το μέτρο και η ομορφιά» του απάντησαν. Βγήκανε έξω από την φάτνη· ήτανε πια ελεύθεροι για να διαδώσουνε αυτά τα νέα, τα χαρμόσυνα μηνύματα! ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΕΡΓΙΝΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου