Δημοφιλείς αναρτήσεις

Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2013

ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΕΡΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ


Κάποια πράγματα μέσα στη ζωή μας, θα έπρεπε να μην τα είχαμε κάνει πράξη ποτέ. Κι όμως, αυτά είναι, που πολλές φορές αποτελούν κάποιες από τις πιο ευτυχισμένες μας στιγμές. Γιατί; Δεν ξέρω. Αυτό που ξέρω, είναι, ότι ήταν τρεις από τις πιο ευτυχισμένες μέρες της ζωής μου, που θα τις κουβαλάω πάνω μου για πάντα. Κι ας έβρεχε συνέχεια· κι ας έκλαψα πολύ για κείνη την γυναίκα. Σίγουρα την αγάπησα πολύ· την αγάπησα από την πρώτη φορά, που μου διηγήθηκε την ιστορία της ζωής της. Βέβαια το πιο πιθανό ήταν ότι μου είχε πει ψέματα· όμως με συγκίνησε και τελικά με κέρδισε. Μια τυχαία γνωριμία, που έγινε έστω και για λίγο καιρό, ένα μεγάλο πάθος. Θυμάμαι, που την περίμενα στα ΚΤΕΛ και όταν ήλθε και μου χαμογέλασε, μου κοπήκανε τα γόνατα. Έβρεχε· θυμάμαι, που μέχρι να φτάσουμε στο αυτοκίνητο μου, είχαμε γίνει μούσκεμα και οι δυο. Και μετά στο ξενοδοχείο, που σκούπιζε τα μακριά της καστανά μαλλιά, με μια λευκή πετσέτα. Για να μείνουμε τελικά μόνοι· για να κερδίσουμε μια μοναξιά, παρέα. Συνέχεια χαμογελούσε· συνέχεια με πείραζε και στο δωμάτιο κυκλοφορούσε με ένα μαύρο, γυαλιστερό κομπινεζόν. Ξάπλωσα στο κρεβάτι και την κοίταζα, θαυμάζοντας το δυνατό της το κορμί. Έπειτα φοβόμουν ότι θα ήμουνα ελάχιστος απέναντι στην ομορφιά της· μα στο τέλος και πάλι νίκησε το ρίσκο· κι έτσι έμεινα εκεί. Όταν ήτανε στο μπάνιο, άκουγα από δίπλα το νερό από το ντουζ, που έπεφτε απάνω της και χαμογελούσα. Σαν βγήκε από κει, ήλθε και κείνη στο κρεβάτι. Με τα νύχια της, άρχισε να γρατσουνά το στήθος μου, σχεδόν μέχρι να τρέξει αίμα. «Ερεθίζεσαι;» μου ψιθύρισε. Έκλεισα τα μάτια και δεν μίλησα καθόλου, ενώ εκείνη, μετέτρεψε τις γρατσουνιές σε χάδια. Με μια κίνηση τότε, έβγαλε το κομπινεζόν, που φορούσε, δείχνοντας μου, το στήθος της. Το στήθος της, που ήταν όμορφο διπλά. Είχε την ομορφιά του στήθους μιας μητέρας και την συμμετρία απ ένα έργο τέχνης. Η γεύση του, θύμιζε την γεύση του νερού της θάλασσας. Την φίλησα στο στόμα, όπως δεν ξαναφίλησα ποτέ άλλη φορά. Κι αφέθηκα στα χέρια της· κι αφέθηκα στη ομορφιά, που κρύβει μερικές φορές εντός της η μοίρα- το λες αυτό και ευκαιρία. Κάτι τέτοιες στιγμές, γίνεται ο έρωτας ιδανικό. Εγώ ξαπλωμένος κι κείνη να ναι από πάνω μου· τι πιο απλό· τι πιο ουσιώδες. Στο τέλος έβαλε πάνω στο στήθος μου, τον όμορφο κεφάλι της. Και έξω, έβρεχε ακόμη· και μέσα μου ένα κομμάτι εαυτού, μόλις είχε αλλάξει. « Εσύ πρέπει να γίνεις άγιος, δεν έχεις αντοχές για τούτη την πικρή ζωή», μου είπε γελώντας δυνατά· δάκρυσα· δεν μίλησα· τον κόμπο που είχα στο λαιμό μου, τον κατάπια. Σηκώθηκα· φόρεσα κάτι πάνω μου και βγήκα στην βεράντα. Η βροχή είχε δυναμώσει κι εγώ άρχισα να κλαίω. Τα δάκρυα μου, ενώθηκαν με το νερό απ τη βροχή. «Άγιος εγώ; Ο αμαρτωλός; Ο λίγος; Ο ελάχιστος;»… Γύρισα το πρόσωπο μου προς τον ουρανό· το νερό καθώς έπεφτε, μου ξέπλυνε τα δάκρυα. Όταν γύρισα στο δωμάτιο, την βρήκα ξαπλωμένη. Προσπάθησα να την ακουμπήσω, μου τράβηξε το χέρι. Προσπάθησα να την φιλήσω, έκλεισα το στόμα της. Ξάπλωσα από την άλλη πλευρά του κρεβατιού, περιμένοντας να τελειώσει το τριήμερο… Μερικές έξοδοι για φαγητό, διέκοπταν την συνεύρεση δυο ειδών μοναξιάς, που ζούσε το ένα πλάι στο άλλο. Συνέχιζε να βρέχει· συνέχιζε μια θάλασσα φουρτουνιασμένη, να στέλνει στην ακτή με δύναμη τα κύματα της. Όταν έφτασε η ώρα του αποχωρισμού, βρεθήκαμε στα ΚΤΕΛ και πάλι. Τότε με φίλησε με ένα πάθος, που δεν έλαχε ξανά ποτέ να νιώσω στην ζωή μου. «Σ αγαπώ, μα πρέπει να μια μακριά σου…» μου είπε κι εξαφανίστηκε. Κάποτε έμαθα για κείνη, ότι ξενιτεύτηκε, πηγαίνοντας μακριά, σε ξένους τόπους. Κάποτε έμαθα για κείνη πράγματα άλλα… Όμως άξιζε· όμως εκείνες οι λίγες οι στιγμές, που ζήσαμε μαζί, ίσως δεν θα πρεπε να υπάρχουν στη ζωή μου· μα όμως ναι, κρύβανε μέσα τους μια ευτυχία· και μια αγάπη, που είναι για εμένα και παντοτινή. Καλά Χριστούγεννα Σ. !ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΕΡΓΙΝΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου