Δημοφιλείς αναρτήσεις

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014

Η ΑΓΝΗ



      Ασφαλώς και γνώριζα, ότι εκείνη η απογευματινή της θέληση, ήτανε μόνο έρωτα. Αγνή ανάμεσα σε ένα παρελθόν όλο βρωμιά και σε αθώα όνειρα. Από το παραθύρι, ελάχιστο κι αχνό το φως· μάτια στραμμένα στον καθρέφτη· χέρια, να ξεκουράζονται ανάμεσα σε δυο μηρούς και στο δωμάτιο απόλυτη σιωπή. Τα χείλη της κάναν  προσπάθεια κάτι να πουν· οι λέξεις χανόταν ανάμεσα στα άσπρα της δόντια. Αν κοιμότανε εκείνη την στιγμή, θα μπορούσε να κερδίσει μια εικόνα πάθους, που όμως θα μενε μισή. Κρατήθηκε απ’ τα σχοινιά μίας ευαισθησίας, πλάθοντας όψεις εραστών, που χε κερδίσει, που είχε χάσει, που είχε μοναχά ονειρευτεί. Στο στήθος της, οι τύψεις,  γινότανε παιδιά κι ένιωθε  ότι την θήλαζαν, παίρνοντας από μέσα της  το δηλητήριο, που πότιζε κατά καιρούς, αυτούς, που είχε απορρίψει, κάνοντας το γάλα μιας εξιλέωσης όσων την λησμονήσαν. Είχε για πάντα ξεπεράσει την εποχή, που πίστευε στα όνειρα, βλέποντας την αλήθεια, στην αντανάκλαση του όμορφου ειδώλου της και απορώντας με εκείνη την σπατάλη. Με τρόπο απολύτως τρυφερό, άγγιζε το χρυσάφι του κορμιού της, έτοιμη πάντα να δοθεί σε μια ανάσταση, που θα την έφερνε στα παιδικά της χρόνια – συνήθως το πετύχαινε. Το φως, άλλαζε χρώματα· η αίσθηση κάποιου μυστηρίου, εντεινόταν. Η αφή, έφερε αποτέλεσμα, ένα περίπατο στο πάρκο, μαζί με τον πραγματικό αγαπημένο, μια ντουζίνα χρόνια πριν. Τα βλέφαρα της ανοιγόκλεισαν· πρέπει να ήτανε υγρά. Μέσα στο βλέμμα της πέταξε ένα κοπάδι άσπρων κύκνων κι ένας τους έγινε αστερισμός. Η κοιλιά της  άλλαζε σχήματα, προδίδοντας μια αλλαγή ταχύτητας αναπνοής. Η σάρκα της ακούμπησε στην σκέψη· αρχίσαν να βαδίζουν συντροφιά. Συντροφιά με την μορφή αυτού, που χε προδώσει, σε μια ηλικία παιδική. Και να, που η σκέψη της, κατάφερε και παραμέρισε κείνη την προδοσία κι έκανε μαζί του πάλι, όπως την πρώτη της φορά· όπως την πρώτη του φορά, παρά την απουσία. Τον αναζήτησε στο δέρμα της· τον αναζήτησε στην ένταση του κάθε της οργάνου. Τον αναζήτησε μέσα στην υγρασία, όπου το τροπικό απόγευμα, έβγαζε συνεχώς από εντός της· τον αναζήτησε μες στον καθρέφτη. Λύθηκαν τα μαλλιά της. Τα στήθη της απέκτησαν την ομορφότερή τους την μορφή. Έσφιξε τα μακριά της πόδια, γυρεύοντας χώρο αιχμαλωσίας για το χέρι· το χέρι το δικό της· το δικό του. Εκείνο το κοινό του χέρι, που κράταγε σφιχτά μία υπόσχεση, όπου κανείς τους δεν την τήρησε ποτέ. Το απόγευμα, περπάταγε, προς ένα ραντεβού, που είχε με την νύχτα· κι εκείνη το ακολουθούσε προς μία πόρτα ορθάνοικτη και πίσω της μιαν άλλη ηλικία.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ: ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΓΡΑΜΜΑ
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΕΡΓΙΝΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου