Δημοφιλείς αναρτήσεις

Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2014

ΟΙ ΑΝΑΠΝΟΕΣ



      Τ’ απόγευμα ελάφρυνε κι η θάλασσα, φουρτουνιασμένη. Σε λίγο θ’ ακουγότανε και οι καμπάνες. Στα μαγαζιά, οι ιδιοκτήτες τους είχαν αρχίσει να μετράνε τιμολόγια, πιάνοντας το κεφάλι. Τα παιδιά όμως συνέχιζαν να χαμογελούν, ανεβαίνοντας τον δρόμο προς το κέντρο, έχοντας κρεμασμένες χιαστή στους ώμους τους, τις τσάντες. «Σαν να χουνε αρχίσει να φουντώσουνε τα δέντρα», σκέφτηκε και στάθηκε πίσω από το τζάμι. Απ’ το μπαλκόνι της έβλεπε, βουνό και θάλασσα κι αυτό ήτανε η πιο μεγάλη της παρηγοριά. Οι γλάστρες της, είχανε απομείνει μόνο με το χώμα και η αχανής τετραετία, τέλειωνε , κάνοντας βήματα προς τα πίσω. Χώρισε με τα μάτια της στην πόλη, σε τέσσερα κομμάτια· όσα ήτανε και τα χρόνια του κακού. Μετά, τα άλλαξε αμέσως θέση και η πλατεία, πήγε αμέσως στο λιμάνι και το λιμάνι στα βουνά και το σύστημα, κατά περίεργο τρόπο τρόπο, λειτουργούσε, επιβεβαιώνοντας ένα παλιό ρητό. Ερχότανε και κείνη από το παρελθόν· κι αυτό το παρελθόν, το γύρευε και πάλι. Ένα μεγάλο κύμα, φάνηκε μες το πέλαγος. Ερχότανε προς την ξηρά γοργά, σαν να τανε μεγάλο στόμα, που καταβρόχθιζε όλο το όνειρο. Στην ξηρά όμως το κύμα έσβησε. Έσβησε σαν να τανε ηρωικός νεκρός, όπου τον πρόδωσε – όπως συνήθως συμβαίνει – μια μαύρη μοίρα. Μπορεί αυτό το κύμα, να ήλθε απ’ την φαντασία της – όμως η ώρα περνούσε και κάπου ανάμεσα στην θάλασσα και στα βουνά, ο ήλιος χάθηκε· και το γκρι γινότανε όλο και πιο μουντό, τείνοντας προς το μαύρο. Αναστέναξε, σαν είδε μπρος της την μητέρα της. Αμέσως σκέφτηκε, πως οι νεκροί, είναι αθάνατοι και έτεινε το χέρι της, προς την βιβλιοθήκη. Πήρε από εκεί , στην τύχη εν’ από τα παλιά της τα τετράδια. Τα άνοιξε στην πρώτη του σελίδα κι άρχισε να διαβάζει χαμηλόφωνα : «ένα συν ένα ίσον δυο, δύο συν δύο ίσον τέσσερα…». Πήγε απότομα στην τελευταία του σελίδα· πρόφερε την λέξη «τέλος»· πέταξε το τετράδιο, στο καλάθι των αχρήστων. Έκανε δυο τρία βήματα· πήγε στην μπαλκονόποτρα· την άνοιξε και βγήκε έξω. Μία αναπνοή, δυο αναπνοές και μία τρίτη…. «Όσο αναπνέω, συνεχίζω να υπάρχω», είπε από μέσα της και άρχισε να πλάθει ένα μέλλον άλλο, με υλικά απ’ το ωραίο παρελθόν.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ: ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΓΡΑΜΜΑ
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΕΡΓΙΝΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου